
Για πολλά χρόνια,το κυβερνητικό σκάφος ήταν αγκυροβολημένο. Στο λιμάνι της ήσσονος προσπάθειας,των σκανδάλων,των κατεψυγμένων στελεχών,του lifestyle,των wannabes,του νέου χρήματος. Μερικές φορές,όταν οι καταστάσεις έσφιγγαν,ήταν το λιμάνι της λησμονιάς. Πολλοί ανέβαιναν για να διασκεδάσουν και κατέβαιναν κεφάτοι με την υπόσχεση να επιστρέψουν. Οι καπετάνιοι ήταν γνωστοί για την φιλοξενία τους.
Που και που το πλοίο έβγαινε αρόδο,αλλά όχι πολύ μακρυά,έτσι για να μην κολλήσουν τα βαγονάκια και τα κοτσανέλα και να γρασάρουν τα σχοινιά. Τότε το πανί άλλαζε μορφή. Πότε έπαιρνε χρώμα αλλαγών και μεταρρυθμίσων και άλλοτε γινόταν κοινωνικά ευαίσθητο με χαμογελαστά πρόσωπα να ατενίζουν το μέλλον. Όμως,τα χρώματα των πανιών δεν άλλαζαν την πορεία. Το καράβι έκανε κύκλους. Μόλις ξεπρόβαλε η ανοικτή θάλασσα,το πλοίο επέστρεφε. Το πλήρωμα ήταν μπερδεμένο,τα μηνύματα δεν έβγαζαν νόημα,και οι ντόπιοι κοιτούσαν απορημένοι,προσπαθώντας να καταλάβουν τις προθέσεις του καπετάνιου.
Αρκετοί θυμούνται τον τελευταίο μεγάλο καπετάνιο. Σπάνια εμφανιζόταν στη γέφυρα. Προτιμούσε το γραφείο του ή προτιμούσε να βγαίνει στην παραλία να τα πίνει με φίλους από τα παλιά. Τότε,έλεγαν πολλοί,άλλαζε εικόνα,γινόταν διαφορετικός. Απέφευγε την καμπίνα πλοήγησης. Εκεί άφηνε άλλους. Άλλωστε είχε δώσει σαφείς οδηγίες για την πορεία. Να είναι ασφαλής. Το πλοίο δεν έπρεπε να βρεθεί σε κίνδυνο. Κι ας μην έβγαινε από το λιμάνι.
Υστερα από χρόνια άξαφνα έφυγε. Στις κουβέντες του το πλήρωμα δεν έχει καλά λόγια να πει για αυτόν που τον διαδέχθηκε. Στην αρχή φάνηκε δυναμικός,με σχέδια,αλλά πέρασε όλο τον καιρό στο κατάρτι,να κοιτά τον ορίζοντα,με σκέψεις που δεν χωρούσαν στο μυαλό του πληρώματος.
Ξαφνικά,κάτι ξένοι που είχαν έρθει για επίσκεψη έπεισαν τον καπετάνιο να λύσει τους κάβους. Το πλοίο άρχισε να κινείται. Όμως,οι άξονες κίνησης,η καρίνα,οι προπέλες δεν λειτουργούσαν καλά. Γύρισαν πίσω άρον άρον και άρχισαν τις επισκευές,οι οποίες έμοιζαν ατελείωτες. Το ηθικό έπεσε,οι αξιωματικοί έκαναν του κεφαλιού τους,ορισμένοι είχαν ήδη αρχίσει να κάνουν πρόβες στη τιμονιέρα και καμώνονταν τους σπουδαίους. Με το ‘να και με τ’ άλλο,το πλοίο δεν σαλπάρισε ποτέ.
Στις αρχές του καλοκαιρού,νέος καπετάνιος ήλθε και ανέλαβε το τιμόνι. Στην αρχή καθυστέρησε,μετά κουτσά στραβά το καράβι βγήκε στα ανοικτά. Οι προσπάθειες συντονισμού και πλοήγησης ήταν δύσκολες. Ήταν πολύς ο καιρός που είχε μείνει ακίνητο. Από την άλλη,οι εργασίες δεν είχαν προχωρήσει. Ήταν και εκείνα τα ανταλλακτικά που περίμεναν από το εξωτερικό και δεν έρχονταν. Το πλοίο ήταν βαρύ,το πλήρωμα κουρασμένο,οι προμήθειες λιγοστές. Στην αρχή προσπάθησε να πείσει το πλήρωμα ότι θα τα καταφέρουν. Μετά άρχισε και ο ίδιος να αναρωτιέται:Πώς να το στρίψεις να έλθει στην πορεία του;Και πόσο καιρό θα έπαιρνε;