
Είναι,πλέον,σαφές ότι,η οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008 από τον χώρο των ακραίων επενδύσεων διατηρείται σε πλήρη εξέλιξη και η αντιμετώπισή της εξαρτάται από την επανεξέταση βασικών παραμέτρων της οικονομικής ζωής. Κάθε πλευρά του πλανήτη βιώνει την κρίση διαφορετικά. Ως κρίση χρηματοπιστωτική,περιβαλλοντική,ενεργειακή,κρίση κοινωνική,επάρκειας τροφίμων. Συνθέτει συνθήκες έντασης που εκτείνονται σε διαφορετικά πεδία του ευρύτερου ανθρωπογενούς οικονομικού και κοινωνικού οικοδομήματος. Τα οικονομικά και κοινωνικά συστήματα είναι πλέον συνδεδεμένα και η ροή των πληροφοριών άμεση,μεταξύ αγορών,κοινωνιών και ομάδων πίεσης.
Η περίοδος που διανύουμε σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής που ξεκίνησε με τη βιομηχανική επανάσταση και ολοκληρώθηκε με τα πρώτα στάδια ανάπτυξης της ψηφιακής οικονομίας,που θέτει,έστω θεωρητικά,τις παραμέτρους της πορείας προς το μέλλον. Οι εξελίξεις της αλλαγής αυτής σε ώριμες οικονομικά περιοχές αφορούν οικονομικές,πολιτικές και κοινωνικές δομές,ενώ αλλού,τα νέα εργαλεία ανάπτυξης διεγείρουν,πλέον,ευκολότερα,τις κοινωνικές δυνάμεις,που ζητούν συνολικές αλλαγές,με τη βοήθεια,φυσικά,και των διεθνών συμφερόντων.
Αντίθετα με τον επίμονο ισχυρισμό ορισμένων αρθρογράφων και αναλυτών,το υπόβαθρο της διεθνούς οικονομικής αναταραχής δεν είναι ιδεολογικό. Αυτές καθεαυτές οι ιδέες της ελεύθερης οικονομίας,της αυτοδιάθεσης,του ελεύθερου ανταγωνισμού,της δημοκρατικής λειτουργίας της αγοράς δεν οδήγησαν το διεθνές οικονομικό σύστημα στην σημερινή δοκιμασία. Αντίθετα,είναι εκείνες που θα οδηγήσουν την αγορά έξω από την κρίση και θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για ανάπτυξη σε υγιείς βάσεις.
Η φιλελεύθερη θεώρηση είναι ταυτισμένη με την βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη,την κινητροδότηση των ανθρώπων,την ανάπτυξη πολλαπλών δεξιοτήτων,τις νέες ιδέες,την καινοτομία,το ανήσυχο πνεύμα. Σε κρίσιμες περιόδους της ανθρωπότητας,τα “εργαλεία”αυτά τροφοδότησαν και συνεχίζουν να τροφοδοτούν την πρόοδο του ανθρώπου,σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο.
Παρά τον βεβαρυμένο,εννοιολογικά όρο “καπιταλισμός”,είναι γεγονός ότι το αποτέλεσμα των κεφαλαιακών δράσεων εντοπίζεται σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής,από τις επενδύσεις που στηρίζουν την ανάπτυξη,έως την κοινωνική οικονομία,το κοινωνικό Κράτος και την φιλανθρωπία. Συνήθως στις μέρες μας,ο χρωματισμός της λέξης με αρνητική χροιά εξυπηρετεί λαϊκιστικές και υποκριτικές προσεγγίσεις,που ήδη στηρίζονται σε κεφαλαιουχικά αγαθά για να διατυπώσουν τη «διαφωνία» τους.
Το πέρασμα στον “μετα-καπιταλισμό”έχει ήδη ξεκινήσει με την αναζήτηση των νέων όρων,όπως για παράδειγμα το “compassionate capitalism” που δοκίμασε ο Ντέιβιντ Κάμερον αρκετά πριν τις εκλογές,που τον έφεραν στην Ντάουνιγκ Στρητ.
Είναι γεγονός ότι η δυναμική των ενοποιούμενων παγκόσμιων αγορών (στη βάση της τεχνολογίας) πολλαπλασίασε την ένταση της κρίσης,αλλά και την επικοινωνία των συμπτωμάτων και συνεπειών της,κλόνισε την εμπιστοσύνη της κοινωνίας και σε πολλές περιπτώσεις έθιξε ανεπανόρθωτα την καθημερινότητα των πολιτών. Για παράδειγμα,χιλιάδες άνθρωποι ανά τον κόσμο,που εμπιστεύτηκαν το χρηματοοικονομικό σύστημα και έχτισαν τη ζωή τους γύρω από αυτό,είδαν τις οικονομίες τους να εξαφανίζονται και τα θεμέλια της ζωής τους να θρυμματίζονται.
Άρα,η διεθνής κρίση είναι κρίση αποτελεσματικότητας του παλαιού οικονομικού συστήματος σε επίπεδο αρχών και αξιών,οι οποίες “ξεστράτησαν”,τροφοδοτούμενες από παραδοσιακές,κλασικές ανθρώπινες αμαρτίες,όπως αλαζονεία,δίψα για εξουσία και χρήμα,αχαριστία προς το κοινωνικό σύνολο.
Στην ελληνική περίπτωση ισχύουν όλα τα παραπάνω,αλλά σε ένταση δυσανάλογη προς το μέγεθος της χώρας. Η έκταση της κρίσης της Ελλάδος,το μεγάλο χρέος,τα ιλιγγιώδη ελλείμματα,η εκτενής αναποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού και η εκτεταμένη διαφθορά είναι δυσανάλογη των θεμελιωδών μεγεθών της χώρας. Οφείλεται στον αυξημένης σημασίας ρόλο που ανέκαθεν η χώρα διαδραμάτιζε σε αυτήν την περιοχή του πλανήτη και,βέβαια,το ιδιαίτερο ενδιαφέρον των ξένων χωρών,υπερδυνάμεων και μη προς τα χαρακτηριστικά της.
Αυτό προκαλούσε πάντα αποσταθεροποίηση,η οποία σε συνδυασμό με τη χρόνια αναποτελεσματικότητα και το πελατοκεντρικό σύστημα της πολιτικής,μόλυνε οριζόντια σχεδόν το σύνολο των πολιτικών,κοινωνικών και οικονομικών δράσεων.
Στις στρεβλώσεις προστέθηκε και η έντονη επιθυμία των νεοΕλλήνων για εύκολη πρόοδο σε ατομικό επίπεδο,κυρίως στον τομέα των καταναλωτικών αγαθών. Το φαινόμενο αυτό,αν και συχνά αναφέρεται με επικριτική διάθεση,δεν πρέπει να θεωρείται παράδοξο για μία χώρα,η οποία μερικές δεκαετίες πριν γνώρισε την πλήρη καταστροφή,ενώ μόλις πριν από 37 χρόνια,πολιτικά ζούσε στον απόλυτο διχασμό.
Αυτά αποτελούν ιστορικά δεδομένα,τα οποία η στενή θεώρηση της τρέχουσας πραγματικότητας επιλέγει να αγνοεί. Αν προστεθεί και η παρακμή της νεότερης πολιτικής σκηνής (άλλωστε η επιθυμία γρήγορου πλουτισμού ρέει οριζόντια στην κοινωνία),τότε γίνεται κατανοητό γιατί οι διάφορες κοινωνικές ομάδες κινήθηκαν ανεξάρτητα προς το μέλλον,φροντίζοντας πρωτίστως τον εαυτό τους.
Αυτός είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους οι πολίτες που έμειναν “έξω από τα κόλπα”,ως απλά οικονομούντα άτομα,εκ πρώτης όψεως μπορεί να θεωρούν εαυτούς αμέτοχους στην εξελισσόμενη κρίση.
Είναι όμως έτσι;Η ρεαλιστική περιγραφή της πραγματικότητας οδηγεί στη διαπίστωση ότι καταρχάς οι πολίτες,ως οικονομούντα άτομα,είναι οι κύριοι υπεύθυνοι για τη διαχείριση της “προσωπικής”,ατομικής ή οικογενειακής,μικρής τους οικονομίας. Η οικονομία της καθημερινότητας είναι μία μικρογραφία του ευρύτερου οικονομικού συστήματος. Με τις κατάλληλες και επαρκείς εισροές,τα μέλη της μικρής οικογενειακής οικονομίας προχωρούν στην παραγωγή και κατανάλωση αγαθών. Η προσωπική ισορροπία τους επιτυγχάνεται όταν ισοσκελίζονται οι εισροές και οι εκροές και εξασφαλίζεται το ικανό (αλλά όχι πάντα επιθυμητό) επίπεδο διαβίωσης.
Αυτή η αρχή της ισορροπίας τις περισσότερες φορές διαστρεβλώνεται από την αστάθεια των καταναλωτικών προτύπων,που,σχεδόν πάντα,έχει ως συνέπεια τη διαρκή επέκταση του καταναλωτικού ορίζοντα,τη διεύρυνση των ορίων της κατανάλωσης,από ένα σημείο και πέρα,με ανύπαρκτους πόρους.
Αυτό οδηγεί τα νοικοκυριά σε υπερχρέωση,και εντέλει,αδυναμία αποπληρωμής των υποχρεώσεών τους,την αγορά υπό διαρκή αγοραστική πίεση,με συνέπεια την “αξιοποίηση”της διερυνόμενης ζήτησης,με αύξηση των τιμών,ενώ,τέλος,ο φαύλος κύκλος ολοκληρώνεται με τα πλήγματα που δέχονται τα νοικοκυριά από την άνοδο των τιμών,και την εκ νέου προσφυγή τους,σε επιπλέον δανεισμό.
Η συνολική δράση όλων μας τροφοδοτεί τον φαύλο κύκλο μιας ψυχολογικής (κυρίως) ζήτησης για καλύτερες συνθήκες ζωής,βασισμένης σε εικονικούς (στην ουσία μη υπαρκτούς) πόρους,οι οποίοι εξασφαλίζονται με δανεικά –σε επίπεδο νοικοκυριού από τις εμπορικές τράπεζες,σε εθνικό επίπεδο από τις αγορές χρήματος. Όταν η ροή του χρήματος σταματήσει,οι επιπτώσεις έχουν τη μορφή ντόμινο.
Και όπως συμβαίνει πάντα,τα περισσότερα κομμάτια του ντόμινο γέρνουν,άλλα πέφτουν τελείως,ενώ ελάχιστα μένουν όρθια.