
Η διεθνής κρίση και η ελληνική κρίση δεν έχουν τα ίδια αίτια. Έχουν όμως κοινά χαρακτηριστικά. Το προφανές είναι όλες οι οικονομίες επηρεάζονται από την επενδυτική ψυχολογία και δράση,η οποίες,ως πλήρως παγκοσμιοποιημένες,καθορίζονται από το ταξίδι δευτερολέπτων που πλέον πραγματοποιεί η πληροφορία στα διεθνή δίκτυα. Ο στόχος είναι οι επιτυχημένες επενδύσεις σε έναν κόσμο όπου οι αγορές και τα Μέσα Ενημέρωσης δεν κοιμούνται ποτέ. Όποιος χάσει στο Τόκυο,περιμένει να ρεφάρει στη Νέα Υόρκη,αν ξαφνικά έχει απώλειες στις αναδυόμενες,ψάχνει να τις καλύψει από τον αδύναμο κρίκο της ευαίσθητης Ευρωζώνης.
Οι διεθνείς μηχανισμοί του χρήματος δεν υπόκεινται σε εθνικές ευαισθησίες,όπως και οι πληροφορίες έχουν προ πολλού σταματήσει να σέβονται τα εθνικά σύνορα. Με την έλευση του διαδικτύου,το “παιχνίδι” των ειδήσεων έχει αλλάξει και έχει ξεφύγει από τον έλεγχο που ασκούσαν οι κατεστημένοι “παραγωγοί και διανεμητές” των ειδήσεων σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο.
Η νέα αυτή πραγματικότητα είναι υπό διαμόρφωση και είμαστε ακόμη στην αρχή. Το σίγουρο είναι ότι οι συνθήκες είναι πολύ πιο σύνθετες από ό,τι στο παρελθόν,όταν η κυκλική “συμπεριφορά” της οικονομίας κυριαρχούσε στις μακροοικονομικές αναλύσεις, οι αρκούδες διαδέχονταν με συνέπεια τους ταύρους και αντίστροφα,και όταν ο κρατικός μανδύας εκάλυπτε πολλά από τα προβλήματα που γεννούσε η κακή,ευκαιριακή και κοινωνικά ανεύθυνη επιχειρηματικότητα.
Σήμερα,στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα,τα πράγματα έχουν αλλάξει. Οι τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών,το διαδίκτυο,η χρήση του υπολογιστή ως εργαλείου και ως πλατφόρμας επιχειρηματικότητας δημιούργησαν νέα δεδομένα. Νέοι ρυθμοί και παράμετροι ανάπτυξης αλλάζουν τον τρόπο που ζούμε,επικοινωνούμε,εργαζόμαστε. Η δημιουργία και διαχείριση περιεχομένου στην ιδιωτική και δημόσια σφαίρα,οι εμπορευσιμότητα των πληροφοριών και της γνώσης αποτελούν πεδία που προσδιορίζουν τη νέα οικονομία,καθώς και έναν νέο τρόπο ζωής.
Στη μετα-βιομηχανική Ευρώπη και ΗΠΑ η ζωή γίνεται λίγο πιο σκληρή για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Στη Μεσόγειο,τα πράγματα είναι λίγο καλύτερα και όλα συνεχίζουν να προχωρούν με βραδύτερο ρυθμό. Ακόμη και η επούλωση των τραυματισμένων οικονομιών. Στην Ελλάδα για παράδειγμα,έχουμε όση βιομηχανία χρειαζόμαστε προκειμένου να λειτουργήσει η χώρα και να διατηρηθούν οι τελευταίες οικογένειες επιχειρηματιών που επιμένουν να παράγουν,από την πρώτη ύλη στο τελικό προϊόν. Η έλλειψη βιομηχανίας μάς γλυτώνει από τη ρύπανση,αλλά και τις στρατιές ανέργων που η κρίση δημιουργεί στις βιομηχανικές περιοχές ανά τον κόσμο. Στις υπηρεσίες και το εμπόριο,το πέρασμα από την απασχόληση στην ανεργία πάντοτε ήταν διαδικασία πιο ευέλικτη,κυρίως λόγω του ευμετάβλητου των κλάδων. Στην Ελλάδα μονίμως τα λουκέτα διαδέχονταν τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων.
Βέβαια,την περίοδο αυτή, η απότομη μείωση της ροής του χρήματος από το Κράτος και τους καταναλωτές προκάλεσε βίαιη κατάρρευση μέρους των κλάδων αυτών,με κερκόπορτα την προχειρότητα που χαρακτηρίζει τον ελληνικό μικρο-επιχειρηματικό οπορτουνισμό. Το δομικό ξεκαθάρισμα της μικροοικονομίας βρίσκεται σε εξέλιξη,με την εγκατάλειψη της “αρπαχτής” ως κυρίαρχης πρακτικής.
Έως σήμερα,ο κόσμος λειτουργούσε σε περιβάλλον υπερπαραγωγής και υπερκατανάλωσης. Τα αυτοκίνητα πλέον δεν χωρούν στο Λεκανοπέδιο,πολλοί Έλληνες εξερευνούν τον κόσμο χωρίς να γνωρίζουν τον τόπο τους,στα σπίτια μας σωρεύονται ρούχα που πολλοί από εμάς φορούν σπάνια. Χαμένα χρήματα,χαμένη εργασία (για να παραχθεί η αγοραστική δύναμη),λάθος προσανατολισμός και προτεραιότητες.
Στις ειδήσεις και στον δημόσιο πολιτικό λόγο,ακούγεται ότι η κάθετη πτώση του ρυθμού ανάπτυξης της Ελλάδος οφείλεται στη δραστική μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Παρουσιάζεται ως πρόβλημα,ενώ,θα μπορούσε να είναι η απαρχή της λύσης. Το ίδιο συμβαίνει με το ζήτημα του δανεισμού. Η υπερκατανάλωση,η οποία επιτυγχάνεται,τις περισσότερες φορές στη βάση της προσδοκίας εισοδημάτων ή της απλής μετάθεσης των πληρωμών στο μέλλον (δόσεις),τροφοδοτεί τον υπερδανεισμό,η εξυπηρέτηση του οποίου κατατρώγει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Η αντίθετη άποψη είναι όμως ότι,κατ’ αυτόν τον τρόπο κινείται η αγορά. Όμως,ποιά αγορά; Των προστατευμένων επαγγελμάτων,της υπερπληθώρας των τραπεζών,των μαγαζιών,των εμπορικών κέντρων,και βέβαια,των πολιτικών προσώπων,και των Μέσων Ενημέρωσης;Και βέβαια έτσι δεν κινείται η αγορά,αλλά το σύστημα του εύκολου αλληλοπλουτισμού,με τον τελευταίο στην αλυσίδα να πληρώνει τον λογαριασμό. Συνήθως οι πολίτες. Αν μπορέσουν,πλέον…
Όλα αυτά,μαζί με τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Κράτους,ως επιχειρηματία, μονοπωλητή, αποκλειστικού πελάτη, διαφημιζόμενου αποτελούν τις κύριες κακοδαιμονίες της ελληνικής οικονομίας,αυτό που στην οικονομική επιστήμη ευγενικά ονομάζουμε “διαρθρωτικά προβλήματα”.
Τον τελευταίο χρόνο,η διαπίστωση του χρόνιου αδιεξόδου έγινε και στην πράξη,με σκληρό τρόπο. Με την μείωση των μισθών και των συντάξεων του δημοσίου,με την κατάρρευση της κατανάλωσης,την στάση πληρωμών των πολιτών προς τις τράπεζες,την εφορία,τη ΔΕΗ,ακόμη και τον ΟΤΕ.
Είναι το τέλος της εποχής της ανευθυνότητας των επιχειρηματιών,των εμπόρων,των πολιτών. Κυρίως,βέβαια,των πολιτικών,οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για τη δημιουργία και την τήρηση των νόμων.
Τα επόμενα 1+1 έτη θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμα για την Ελλάδα. Κρίσιμο όχι μόνο για τη διόρθωση του νεοελληνικού χάους του παρελθόντος,αλλά κυρίως για τον σχεδιασμό του μέλλοντος…